Τρίτη 2 Νοεμβρίου 2010

Άρνηση κατάθεσης μάρτυρα στον ειδικό ανακριτή

Την Τετάρτη 3.11.2010 καλούμαι να εμφανιστώ ενώπιον ειδικού εφέτη ανακριτή προκειμένου να «καταθέσω ως μάρτυρας για παρ. άρθρου 187 Α Π.Κ.» σε σχέση με την «υπόθεση του Επαναστατικού Αγώνα».
Δεν μπορώ να παραβλέψω το γεγονός ότι η κλήτευση αυτή εντάσσεται σε μία σειρά επιθετικών κινήσεων με πολλαπλούς στόχους, την οποία έχει εξαπολύσει το κράτος και οι μηχανισμοί του ήδη από τον Απρίλιο του 2010 όταν, στήνοντας ακόμη μία υπερθεαματική «αντιτρομοκρατική» παράσταση, συλλαμβάνει τους Ν. Μαζιώτη, Π. Ρούπα και Κ. Γουρνά, που αργότερα αναλαμβάνουν την πολιτική ευθύνη για την οργάνωση «Επαναστατικός Αγώνας», και τους αναρχικούς Β. Σταθόπουλο, Χ. Κορτέση και Σ. Νικητόπουλο, οι οποίοι εξ αρχής αρνούνται το κατηγορητήριο που τους αποδίδεται. Ανθρώπους γνωστούς για την πολιτική τους δράση, ανθρώπους που διατηρούν φιλικές και συντροφικές σχέσεις μέσα στο αναρχικό και αντιεξουσιαστικό κίνημα.
Έκτοτε, με την χρήση των κλασσικών εργαλείων της «αντι»τρομοκρατικής ρητορείας στήνεται μια «κατάσταση έκτακτης ανάγκης» και δρομολογείται μία οργανωμένη κατασταλτική επιχείρηση που καταλήγει να εμπλέκει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο δεκάδες ανθρώπους από το άμεσο ή ευρύτερο περιβάλλον των διωκόμενων. Ένας μακρύς κατάλογος συναδέλφων, γειτόνων, συγγενών και φίλων τίθεται στο στόχαστρο αυτής της παρωδίας, με περισσότερο ή λιγότερο «φιλικές» ανακρίσεις, με παρακολουθήσεις και διαρκείς παρενοχλήσεις από την αστυνομία, με την στοχοποίησή τους μέσα από υπαγορευμένα δημοσιεύματα και, εν τέλει, σήμερα, με τις κλήσεις δεκάδων ακόμη στα ανακριτικά γραφεία ως μαρτύρων και την κλήτευση τεσσάρων εξ αυτών ως κατηγορουμένων.
Ενδεικτικό παράδειγμα αυτής της στρατηγικής είναι «το πείραμα της Νέας Φιλαδέλφειας», που εφαρμόστηκε τις πρώτες μέρες μετά τις συλλήψεις: αστυνομική κατοχή μίας ολόκληρης περιοχής, παρακολούθηση όλων των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων των κατοίκων για εβδομάδες και πρωτόγνωρες μέθοδοι συλλογής πληροφοριών. Οι υπάλληλοι της αντιτρομοκρατικής ζητούσαν πόρτα–πόρτα από τους κατοίκους, άλλοτε εκβιαστικά και άλλοτε επικαλούμενοι ένα αυθαίρετο αίσθημα ευθύνης για την «κοινή υπόθεση», να καταγγείλουν οτιδήποτε είχε σχέση με τους κατηγορούμενους. Πρόκειται για την κοινωνική μεγέθυνση της ίδιας τακτικής με τις δεκάδες σήμερα μεμονωμένες κλήσεις για μαρτυρικές καταθέσεις, που περνώντας από το γενικευμένο στο εξειδικευμένο, έχει μόνο στόχο και κοινή συνισταμένη την εκβίαση και εμπέδωση της συνεργασίας με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς, τον εκφοβισμό, την κοινωνική και πολιτική χαρτογράφηση και την απόσπαση δήλωσης πολιτικών φρονημάτων ή την αποκήρυξή τους.
Ιδιαίτερα σε μία εποχή όπου το κράτος και το κεφάλαιο εξαπολύουν μία πρωτοφανούς βαρβαρότητας επίθεση σε κάθε κομμάτι της κοινωνίας, η υπακοή και η συνεργασία προβάλλονται όχι μόνο ως καθήκον αλλά και ως αρετή και δηλώνεται ξεκάθαρα ότι όπου η συναίνεση δεν μπορεί να εκμαιευτεί ή να εκβιαστεί, επικρέμεται ή εφαρμόζεται η κατασταλτική απειλή. Το σχήμα είναι απλό: η εξαθλίωση εξαπλώνεται, η δυνατότητα γενικευμένης ανυπακοής πλανάται απειλητικά, το κράτος θωρακίζεται... οι κατασταλτικοί μηχανισμοί γιγαντώνονται, εκσυγχρονίζονται και αναβαθμίζουν το νομικό τους οπλοστάσιο. Μία ξεκάθαρη δήλωση τόσο του φόβου όσο και των γενικευμένων κατασταλτικών προθέσεων των κυριάρχων, αποτελεί η ψήφιση του νέου αντιτρομοκρατικού νόμου. Με τις νέες διατάξεις διευρύνεται θρασύτατα η έννοια του «τρομοκράτη» προκειμένου να συμπεριλάβει πρακτικές των κοινωνικών αντιστάσεων [μπορεί στο εξής να αποδίδεται σε άτομα τα οποία κατηγορούνται για από κοινού πλημμεληματικές πράξεις (π.χ. παρακώλυση συγκοινωνιών)] και επιπλέον ποινικοποιούνται και τυπικά οι προσωπικές και φιλικές σχέσεις [μέλη μιας οργάνωσης θεωρούνται πλέον και όσοι παρέχουν «κάθε είδος περιουσιακά στοιχεία, υλικά ή άυλα, κινητά ή ακίνητα ή κάθε είδους χρηματοοικονομικά μέσα»].
Οι αναρχικοί και οι αντιεξουσιαστές δεν μπορεί παρά να βρίσκονται σταθερά και με συνέπεια στο στόχαστρο της επιθετικής αυτής στρατηγικής, ακριβώς γιατί σταθερά και με συνέπεια αποτελούν απειλή για τους καθεστωτικούς σχεδιασμούς, ακριβώς γιατί σταθερά και με συνέπεια αποτελούν το κομμάτι εκείνο της κοινωνίας που συνειδητά αντιστέκεται, συλλογικά οργανώνεται και διαρκώς προτάσσει την ανατροπή της κρατικής και καπιταλιστικής βαρβαρότητας.
Επειδή, λοιπόν, είναι προφανές ότι από την αρχή αυτής της υπόθεσης μέχρι και σήμερα, η επιλογή των ανθρώπων που στοχοποιούνται και τίθενται σε ομηρία γίνεται καθ’ υπόδειξη της πολιτικής τους ταυτότητας και της αξιολόγησής της από τις αρχές˙ επειδή η επιλογή μου ως μάρτυρα (όπως και δεκάδων άλλων) γίνεται με βάση την διαρκή παρουσία μου στον αναρχικό-αντιεξουσιαστικό χώρο˙ επειδή δεν είμαι αρκετά αφελής ώστε να δεχθώ ότι ανάμεσα στα χιλιάδες αποτυπώματα που συλλέχτηκαν ως τρόπαια από τις κατοικίες των κατηγορουμένων τα δικά μου επιλέχθηκαν τυχαία - αντίθετα υποδείχθηκαν βάσει των «φακέλων» της αντιτρομοκρατικής˙ επειδή δεν επιθυμώ να μπω στη γελοία διαδικασία επιβεβαίωσης ή αναίρεσης της όποιας εικόνας έχει κατασκευαστεί για μένα και θεωρώντας την κλήτευσή μου αυτή πολιτική, δεν μπορώ παρά να καταλήξω στο μόνο αυτονόητο για μένα:
Αρνούμαι να προσέλθω ενώπιον του ανακριτή, αρνούμαι να καταθέσω οτιδήποτε αφορά τις προσωπικές και συντροφικές μου σχέσεις, αρνούμαι να λάβω μέρος και να νομιμοποιήσω οικειοθελώς αυτή τη διαδικασία που προσβάλλει την νοημοσύνη μου, συνεχίζει έναν ατέρμονο κύκλο στοχοποιήσεων και ανακρίσεων και αφήνει μία επικίνδυνη παρακαταθήκη για το μέλλον των αντιστεκόμενων ανθρώπων. Μία απόφαση που μου επιβάλλει η συνείδηση μου και η αλληλεγγύη μου απέναντι στους φυλακισμένους φίλους και συντρόφους μου.
Κατά τη γνώμη μου 
ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΜΟΝΟΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΗΣ.

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΔΙΩΚΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ

ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΟΥΣ

2.11.2010
Ε. Βλάχου 

Αναδημοσίευση από indymedia

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου